- σίτεμα
- το, -ατοςμαλάκωμα του κρέατος: Το κρέας το αφήνουν μερικές ημέρες για σίτεμα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
σίτεμα — το, Ν [σιτεύω] η διατήρηση αμαγείρευτου τού κρέατος ζώου για μερικές μέρες, ώστε να γίνει μαλακότερο και να μαγειρευθεί ευκολότερα … Dictionary of Greek
αλλαντικά — Προϊόντα, κυρίως από χοιρινό κρέας, που παρασκευάζονται με αλάτισμα (χοιρομέρι, σπάλα χοιρινή κλπ.) ή με κρέας ψιλοκομμένο και συντηρημένο μέσα σε περιβλήματα (σαλάμια, λουκάνικα κλπ.). To αλάτισμα, ως τρόπος συντήρησης των ωμών κρεάτων,… … Dictionary of Greek